του Αποστόλη Καψάλη
Μόλις πρόσφατα ξεκαθάρισε πλήρως το τοπίο αναφορικά με τα Προγράμματα Κοινωφελούς Εργασίας σε σχέση με τις προβλέψεις και τις εικασίες που διατυπώνονταν στα τέλη του 2011,[1] όταν τα Μνημόνια έθεταν τις βάσεις για την απάνθρωπη εκμετάλλευση των στρατιών των ανέργων που τα ίδια, εσκεμμένα, προκαλούσαν. Νομικά, οι συγκεκριμένες «ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης» θεμελιώνονται στον συνδυασμό αποτρόπαιων νεοφιλελεύθερων αντεργατικών εμπνεύσεων των τελευταίων δεκαετιών και ακραίων μνημονιακών απορρυθμίσεων. Πολιτικά, θέτουν τις βάσεις για μια νέα κουλτούρα κοινωνικής προστασίας των ανέργων σε ένα περιβάλλον εργασιακής ζούγκλας και για τη θεσμική μετάλλαξη των συνδικάτων στην κατεύθυνση της ολοκληρωτικής απαξίωσής τους.
Αυθεντική ενοικίαση ανέργων
Άσχετα από το επικοινωνιακό περιτύλιγμά τους, οι σχέσεις εργασίας που προκύπτουν υπάγονται στο δίκαιο του κατ’ επάγγελμα δανεισμού εργαζομένων. Υπό την έννοια αυτή, ο άμεσος εργοδότης (ΕΠΑ, ΙΓΕΕ, ΜΚΟ κλπ.) δανείζει τον απασχολούμενο για ορισμένο χρονικό διάστημα στον έμμεσο εργοδότη (συμπράττοντα φορέα του στενού και ευρύτερου δημόσιου τομέα), αποκομίζοντας χρηματικό όφελος/ κέρδος από αυτήν τη διαμεσολάβηση, με σκοπό την εκτέλεση συγκεκριμένων καθηκόντων, όπως αυτά προβλέπονται στο μεταξύ των δύο εργοδοτών Μνημόνιο Συνεργασίας (sic).
Την τελευταία διετία η βασική νομοθεσία (Ν. 2956/2001) περί τον κατ’ επάγγελμα δανεισμό εργαζομένων υπέστη σημαντική επιδείνωση στο πεδίο των εργασιακών δικαιωμάτων με διαδοχικές ρυθμίσεις, οι οποίες μετέτρεψαν την ευέλικτη αυτή μορφή απασχόλησης σε μορφή σύγχρονου δουλεμπορίου (Ν. 3845, 3846, 3899, 3919, 4038, 4052). Ωστόσο, το εν λόγω θεσμικό πλαίσιο, ιδίως έπειτα από την πρόσφατη ενσωμάτωση δύο σχετικών κοινοτικών οδηγιών στον εφαρμοστικό νόμο του δεύτερου Μνημονίου (4052/2011), εμπεριέχει ορισμένες ελάχιστες και επουσιώδεις προστατευτικές διατάξεις για τον δανειζόμενο.
Για τον λόγο αυτό, οι οικονομικές και πολιτικές ελίτ που καταδυναστεύουν την εργατική τάξη στη χώρα μας συνέλαβαν έγκαιρα την ιδέα της «κοινωφελούς εργασίας» και της κοινωνικής-αγοραίας επιχειρηματικότητας (Ν. 4019), για να παρακάμψουν και αυτά τα ελάχιστα όρια νομικής προστασίας. Δημιούργησαν έτσι ένα νέο πλαίσιο παρα-δανεισμού ανέργων (Ν. 3996 και 4024), κατά παρέκκλιση δηλαδή όχι μόνο του δικαίου που διέπει τον κατ’ επάγγελμα ή έστω κερδοσκοπικό δανεισμό, αλλά του συνόλου του εργατικού δικαίου, με ολίγη και από την παλαιά δόξα των Τοπικών Συμφώνων Απασχόλησης.
Στις Ειδικές Οικονομικές Ζώνες που διαμορφώνονται στο εσωτερικό της ρημαγμένης αγοράς εργασίας, οι επαχθείς, παράνομοι και αντισυνταγματικοί όροι στις οικείες συμβάσεις ορισμένου χρόνου και στις υπουργικές αποφάσεις και εγκυκλίους προβλέπουν:
α) αποδοχές κατ’ ανώτατο όριο 625 ευρώ μηνιαίως, «κατά παρέκκλιση των νομίμων αμοιβών που προβλέπονται στην Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας και στις οικείες συλλογικές συμβάσεις», β) πλήρη ελευθερία μετακίνησης του δανεισμένου ανά πάσα στιγμή σε «οποιονδήποτε τόπο ήθελε κριθεί αναγκαίο στο πλαίσιο του Μνημονίου Συνεργασίας» του άμεσου και του έμμεσου εργοδότη, γ) απαλλαγή του εργοδότη από την επιβάρυνση των εργοδοτικών εισφορών, οι οποίες μετακυλίονται στις πλάτες των εργαζομένων (ΟΑΕΔ), γ) απαλλαγή των δύο εργοδοτών από το βάρος καταβολής του άμεσου εργασιακού κόστους, το οποίο καλύπτεται από το ΕΣΠΑ, δ) προσωρινή ή οριστική απαλλαγή του εργοδότη από την υποχρέωση καταβολής του μισθού-επιδόματος, εφόσον δεν έχει προηγουμένως καταβληθεί στη δανείστρια εταιρεία η αναλογούσα επιχορήγηση από το ΕΣΠΑ.
Θεσμική εισφοροδιαφυγή, καταστρατήγηση του δικαίου των συλλογικών συμβάσεων, παραβίαση των διατάξεων για την παροχή αδείας και αναρρωτικής αδείας, είναι μερικές ακόμη από τις πτυχές του υβριδίου της μοντέρνας σύμβασης εργασίας προσωρινής απασχόλησης, ενώ στην πράξη προκύπτουν ερωτηματικά, εάν όχι εμπόδια, για τη δυνατότητα άσκησης του δικαιώματος της απεργίας ή της συνδικαλιστικής οργάνωσης.
Είναι βέβαιο ότι εκατοντάδες χιλιάδες δανειζόμενοι, αργά ή γρήγορα, θα αρχίσουν να δικαιώνονται από τα εθνικά και κοινοτικά δικαστήρια. Παράλληλα, εκτός από την επικείμενη επανάληψη του γνώριμου δράματος των συμβασιούχων ή των stagiaires προκύπτουν σοβαρά πολιτικά ζητήματα.
Ο νέος ορισμός των ανέργων και τα συνδικάτα ως εταιρείες προσωρινής απασχόλησης
Είναι προφανές ότι με αφορμή την οικονομική ύφεση και κρίση προωθείται μια νέα αντίληψη για την ιδιότητα του ανέργου, αλλά και για τις υποχρεώσεις, συχνά συνταγματικής φύσης, που παραδοσιακά δεσμεύουν την πολιτεία για την αντιμετώπιση της ανεργίας.
Ο άνεργος δεν είναι πλέον το θύμα των αδιεξόδων του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, αλλά ένα κοινωνικό ΑμεΑ (άτομο με εργασιακή αναπηρία), το οποίο χρήζει επιδοματικής κοινωνικής προστασίας. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να εργάζεται κανονικά, αλλά πρέπει να λαμβάνει ένα ποσό-ανάσα επιβίωσης σε τακτά χρονικά διαστήματα, εφόσον όμως δείξει καλή διαγωγή ενώπιον των σύγχρονων δουλεμπορικών γραφείων που εξασφαλίζουν δωρεάν εργασία στον δημόσιο-κοινωφελή τομέα της οικονομίας.
Παράλληλα, μετά την αμετάκλητη μονομερή καταγγελία του κοινωνικού συμβολαίου από την πλευρά των ελίτ, τα συνδικάτα αυτοανακηρύσσονται πλέον ως ΜΚΟ, εναρμονιζόμενα πλήρως με την από ετών προσπάθεια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, διαμέσου επίσημων κειμένων της, να αποχαρακτηρίσει τα εργατικά σωματεία ως ιστορικά όργανα συλλογικής αυτοοργάνωσης των μισθωτών. Οι τέως κοινωνικοί εταίροι αναλαμβάνουν με το αζημίωτο τον ρόλο της δανείζουσας εταιρείας, συνάπτουν οι ίδιοι υπερμνημονιακής σύλληψης παράνομες και αντεργατικές συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου με τους ανέργους, την ίδια στιγμή που οι εκλεγμένοι εκπρόσωποί τους διαρρηγνύουν τα (πανάκριβα) ιμάτιά τους ότι θα πεθάνουν αγωνιζόμενοι για την κατάργηση των Μνημονίων!
Όχι στο όνομά μας!
Τι ειρωνεία… Η εξαιρετική απόφαση της Εθνικής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων το 2002[2] οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην έντονη αντίδραση των συνδικάτων απέναντι στην ακραία αυτή μορφή ευελιξίας, ενώ τη σχετική εισήγηση είχε τότε αναπτύξει ο αντιπρόεδρος του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ, του φορέα που σήμερα, σύμφωνα με τις καταγγελίες των ανταγωνιστριών δουλεμπορικών εταιρειών, έχει εξασφαλίσει τον δανεισμό του 60% των ανέργων της συγκεκριμένης φάσης του Προγράμματος Κοινωφελούς Εργασίας.
Όσοι παραμένουν πιστοί στις εργατικές αξίες και στα συλλογικά ιδανικά του συνδικαλιστικού κινήματος πρέπει να σταθούν στο πλάι των ευέλικτα εργαζόμενων της κοινωφελούς εργασίας, είτε αυτοί αναπτύσσουν κινηματικές διαδικασίες είτε προσφεύγουν στη δικαιοσύνη απαιτώντας τα αυτονόητα[3]. Η εκμετάλλευση των ανέργων δεν μπορεί να γίνεται στο όνομα αυτών που υπερασπίζονται ακόμη την αυθεντική παράδοση των συνδικάτων ως μέσων πάλης ενάντια στην εξαθλίωση των μισθωτών, και όχι ως εταιρειών διαχείρισής της. Τα συνδικάτα είναι πυλώνες ανατροπής του Μνημονίου, όχι φορείς υλοποίησής του στo πλαίσιo του ρητού business as usual που υπηρετούν τα υπολείμματα της συνδικαλιστικής σοσιαλδημοκρατίας, οι σημερινοί «λαγοί» της εργοδοσίας και της τρόικας.
Ο Αποστόλης Καψάλης είναι επιστημονικός συνεργάτης του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ.
Για το ίδιο θέμα, βλ. Στέφανος Βαμιεδάκης, «Πρόγραμμα Κοινωφελούς Εργασίας: τα stage πέθαναν, ζήτω τα stage» στο τεύχος 8 του περιοδικού «λεύγα», που κυκλοφορεί.
[1] Αποστόλης Καψάλης, «Μεσοπρόθεσμα κυβερνητικά οράματα για το μέλλον τις εργασίας», Η Εποχή 18.9.2012.
[2] Δημήτρης Στρατούλης, «Ο “δανεισμός-ενοικίαση” εργαζομένων: σύγχρονη μορφή δουλείας», HΑυγή 24.10.2008.
[3] Βλ. ενδεικτικά, για την περιοχή της Αττικής: https://anergoigeitonion.espivblogs.net/